Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἡ ἔφαλος

См. также в других словарях:

  • έφαλος — ἔφαλος, ον (Α) 1. αυτός που βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα, ο παράλιος (α. «Κήρινθόν τ ἔφαλον», Ομ. Ιλ. β. «ἔφαλος οἰκία», Φιλόστρ.) 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ ἔφαλος (ενν. γῆ) η παραλία, η ακτή. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + άλος (< ἅλς «θάλασσα»), πρβλ. αμφί… …   Dictionary of Greek

  • ἔφαλος — on the sea masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔφαλον — ἔφαλος on the sea masc/fem acc sg ἔφαλος on the sea neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐφάλοις — ἔφαλος on the sea masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εφάλιος — ἐφάλιος, ον (Α) έφαλος*. παράλιος, που βρίσκεται δίπλα στη θάλασσα. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἅλιος «θαλάσσιος» (< ἅλς «θάλασσα»), πρβλ. παρ άλιος] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»